Τετάρτη, Αυγούστου 13, 2008

Η Γέννα (6ο Μέρος)

Τώρα κάνουμε και ντιλίβερι!

Για όλους τους ανυπόμονους που θέλουν να μάθουν από τώρα το τέλος της ιστορίας, ανοίξαμε έναν τραπεζικό λογαριασμό στα νησιά Μπαρμπέϊντος. Παρακαλούμε, επικοινωνήστε μαζί μας μέσω email για να σας γνωστοποιήσουμε τα στοιχεία του λογαριασμού και το ακριβές ποσό που πρέπει να καταθέσετε.

Για όσους δεν έχετε διαβάσει τα προηγούμενα επεισόδια, μπορείτε να ξεκινήσετε την ιστορία από εδώ. Εάν βαριέστε, υπάρχει πάντα και η...

Περίληψη προηγουμένων: Η φίλη μου η Χριστίνα γεννάει κατακαλόκαιρο και είναι πολύ αγχωμένη. Έτσι, αποφασίζουμε να κατέβουμε με την γυναίκα μου τη Μαίρη στην Αθήνα, για να την υποστηρίξουμε. Την ημέρα της γέννας, η Χριστίνα φεύγει πρωί – πρωί βιαστικά με τον άντρα της τον Βασίλη για το μαιευτήριο. Πριν κλείσει την πόρτα, μας αναθέτει να πάμε να πάρουμε την ογδοντάχρονη θεία της που μας περιμένει μαζί με την φίλη της να τις φέρουμε στο μαιευτήριο. Η θεία έχει αλτσχάϊμερ. Έχοντας χαθεί μέσα στην Αθήνα, έχοντας λιώσει από τη ζέστη αλλά έχοντας καταφέρει να φέρουμε σε πέρας την αποστολή μας, φτάνουμε επιτέλους στο 'Μητέρα'...

----------------------------------------------------------------

Τους πρώτους μήνες της ζωής μου ήμουνα μπλε. Όπως εύκολα μπορεί να υποθέσει κανείς, οι γονείς μου είχαν αναστατωθεί με αυτή μου την κατάσταση.

"ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΠΛΕΕΕΕΕΕΕΕΕ!" έλεγε η μάνα μου κλαίγοντας στις φίλες της.
"Βρε πουλάκι μου, μην κάνεις έτσι!" προσπαθούσαν να την παρηγορήσουν εκείνες. "Μήπως είχες κανέναν μπλε συγγενή; Για θυμήσου! Κανέναν παππού; Κανέναν θείο ίσως;"
"ΌΧΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ" έλεγε η μάνα μου και έκλαιγε.
"Μήπως να το πλύνουμε με τάϊντ;" πρότεινε ο πατέρας μου που ελλείψει μητρικού ενστίκτου, έκανε ό,τι μπορούσε.

Χρειάστηκαν τρεις μήνες για να βρεθεί μια ικανοποιητική εξήγηση στο φαινόμενο μου. Η καθυστέρηση αυτή οφείλεται στο ότι οι γιατροί, πρώτα εξέτασαν και απέκλεισαν μια - μια τις περιπτώσεις να ήμουνα ο Μπαμπαστρούμφ, ο Σπιρτούλης, ο Χαχανούλης, ο Λιχούδης κλπ. κλπ. κλπ. Όταν πλέον, τρεις μήνες αργότερα βεβαιώθηκαν ότι δεν είμαι στρουμφάκι, τότε μόνο ελέγξανε μπας και ήμουν αλλεργικός. Εν τω μεταξύ, εγώ είχα πάρει ένα ωραίο μπλε μαρόν ενώ είμαι σίγουρος ότι στα κρυφά, ο πατέρας μου με έπλενε και με τάϊντ.

Υπάρχουν πολλά είδη αλλεργίας. Άλλοι άνθρωποι είναι αλλεργικοί στο μέλι. Άλλοι είναι αλλεργικοί στα φουντούκια. Άλλοι είναι αλλεργικοί στην σκόνη. Και άλλοι είναι αλλεργικοί στην ηλιθιότητα. Είναι προφανές ότι οι αλλεργικοί στην ηλιθιότητα ή τη σκόνη την έχουν πιο άσχημα απ' όλους τους άλλους, μιας που αυτά τα δύο υπάρχουν σε τόση αφθονία που είναι απολύτως αδύνατον να μην έρχεσαι σε καθημερινή επαφή μαζί τους.

Εγώ ευτυχώς ήμουν αλλεργικός μόνο στην σκόνη. Διότι εάν ήμουν αλλεργικός και στην ηλιθιότητα, θα ήμουν αλλεργικός στον εαυτό μου, που σημαίνει ότι αν ποτέ έφτανα στην αυτογνωσία, θα πάθαινα αλλεργικό σοκ και θα πέθαινα ακαριαία.

Το να είσαι αλλεργικός στην σκόνη εκείνα τα χρόνια, σήμαινε ότι έπρεπε να τρέχεις κάθε μήνα στα νοσοκομεία. Εκεί, ένας καραφλός με άσπρη ρόμπα με έβαζε σε κάτι τεράστια μηχανήματα και μου ζητούσε να φυσάω, να ρουφάω ή να μην κάνω τίποτα αλλά να τον περιμένω ημίγυμνος μέσα στο παγωμένο δωμάτιο, όσο αυτός έκανε καμάκι στη νοσοκόμα. Δεκαέξι χρόνια μέσα στα νοσοκομεία, έμαθα πολύ καλά να τα αντιπαθώ. Τα νοσοκομεία μυρίζουν. Έχουν άσχημο φωτισμό. Είναι χαμηλοτάβανα. Έχουν μακριούς, καφκικούς διαδρόμους. Και είναι γεμάτα αρρώστους, συγγενείς, γιατρούς και νοσοκόμες που όλοι τους θα προτιμούσαν να είναι κάπου αλλού. Δεν ήταν λίγες οι φορές που, ενώ πήγαινα ή έφευγα απ' το νοσοκομείο, συναντούσα ανθρώπους να κλαίνε, υποβασταζόμενοι από έναν - δυό άλλους. "ΑΝΤΩΝΗ ΜΟΥΥΥΥ!!!" λέγανε και ρουφούσαν τη μύτη τους.

Τα νοσοκομεία είναι σκατά.

Μετά από ένα τέτοιο μεγαλοπρεπές καλωσόρισμα στην ζωή, είναι νομίζω φυσικό να έχω μια μικρή αντιπάθεια όταν πρέπει να μπω σε ένα νοσοκομείο. Έτσι λοιπόν, εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς το σοκ που ένοιωσα όταν μπήκα μέσα στο 'Μητέρα': Όλοι γελούσαν!

Οι γιατροί γελούσαν. Οι νοσοκόμες γελούσαν. Οι συγγενείς γελούσαν. Οι καθαρίστριες γελούσαν. Οι ρεσεψιονίστ γελούσαν. Οι οδηγοί ασθενοφόρων γελούσαν. Οι μητέρες γελούσαν. Οι πατέρες γελούσαν. Οι επισκέπτες γελούσαν. ΟΛΟΙ ΓΕΛΟΥΣΑΝ!!!

Οι μόνοι που κλαίγανε ήταν τα μωρά.

"ΟΥ-ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!" άκουγες ένα μαζικό κλάμα μόλις άνοιγε η πόρτα του θαλάμου που τα φυλάγανε το ένα δίπλα απ' το άλλο, στην σειρά. Ευτυχώς ο ήχος χανότανε μόλις έκλεινε η πόρτα και έτσι έμενες εσύ να τα κοιτάς πίσω απ' το τζάμι, χωρίς ήχο και η Μαίρη δίπλα σου να λέει "Αχ, κοίτα τι γλυκά που είναι όταν κλαίνε! Έλα να κάνουμε ένα!"

Ο Βασίλης μας περίμενε στην αίθουσα αναμονής των συγγενών.

"Αργήσατε!" μας είπε
"Είχαμε πάει στην Κηφισιά!" του είπα
"Στην Κηφισιά;;;" γούρλωσε τα μάτια του. "Γιατί;"
"Ε..." εξήγησα
"Α..." έδειξε κατανόηση
"Γέννησε;" ρώτησε η Μαίρη που ως γυναίκα είναι πιο πρακτικός άνθρωπος
"Όχι ακόμα..." είπε ο Βασίλης και κοίταξε πάνω απ' τον ώμο μου την θεία και την φίλη της. "Γειά σας!" τους είπε.
"Σήμερα δεν γεννάει η Χριστίνα;" είπε η θεία με ανησυχητική διαύγεια.
"Ναι, σήμερα!" είπε ο Βασίλης
"Α, ωραία!" είπε η θεία. "Εσείς ποιος είσθε;" συμπλήρωσε επανερχόμενη σε κανονικότερους ρυθμούς.
"Ο πατέρας!" είπε ο Βασίλης
"Α!" άφησε ένα επιφώνημα η θεία. "Σας ψάχνει ο κύριος" είπε και με έδειξε με το κεφάλι.

"Ο κύριος Παπαδόπουλος, Ο κύριος Παπαδόπουλος παρακαλώ!" ακούστηκε μια φωνή από τα μεγάφωνα. Από το βάθος του δωματίου ξεκίνησε την κούρσα του κάνοντας μια άψογη εκκίνηση ένας τύπος γύρω στα 35 με μικρή καράφλα και κοιλίτσα. Η εκρηκτική του εκτίναξη από την καρέκλα όμως ανακόπηκε από μια γιαγιά που στεκότανε στην κολόνα και κοίταζε τον Αυτιά στην τηλεόραση. Ο τύπος προσπάθησε άτσαλα να την αποφύγει, έκανε δύο βήματα δεξιά, έσπρωξε μια έγκυο, έκανε πίβοτ, πέρασε ανάμεσα μας με φόρα και έσκασε επάνω στην ρεσεψιόν. "ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ!" φώναξε.

"Σιγά ρε φίλε!" μουρμούρισε ο Βασίλης ενώ οι υπόλοιποι κουνάγαμε τα κεφάλια μας επιτιμητικά.

"Ο κύριος Παλασανίδης, Ο κύριος Παλασανίδης παρακαλώ!" ακούστηκε η ίδια φωνή απ' τα μεγάφωνα. Πριν προλάβει να χαθεί ο απόηχος ο Βασίλης είχε πραγματοποιήσει μια αριστοτεχνική αριστερή ριβέρς, είχε αποφύγει με μια άψογη προσποίηση τη θεία αλλά αμέσως μετά δέχτηκε το τάκλιν από μια τσάντα με ρούχα, απ' αυτές που ήταν τοποθετημένες από τους συγγενείς σε στρατηγικά σημεία του πατώματος. Ο Βασίλης έχασε την ισορροπία του, έκανε δυο μεγάλα βήματα με τα χέρια του σχεδόν να ακουμπάνε στο πάτωμα και πήγε και έσκασε με το κεφάλι επάνω στον Παπαδόπουλο.

"Σιγά ρε φίλε!" είπε ο Παπαδόπουλος.
"Είμαι ο Παλασανίδης!" είπε ο Βασίλης.
"Α!" είπε αδιάφορα η γραμματέας. "Περάστε να βοηθήσετε τη γυναίκα σας να ετοιμαστεί. Σε λίγο γεννάει..."

Κάντε κλικ εδώ για τη συνέχεια...

Θανάσημος

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου